HEAL DSpace

Μελέτη της προσαρμοστικότητας αυτοφυών βιοτύπων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών χημειότυπου καρβακόλης σε συνθήκες εκτατικής καλλιέργειας

Αποθετήριο DSpace/Manakin

Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.advisor Οικονόμου, Γαρυφαλλιά
dc.contributor.author Πανταζοπούλου, Χρυσούλα Κ.
dc.date.accessioned 2015-09-29T09:01:17Z
dc.date.available 2015-09-29T09:01:17Z
dc.date.issued 2015-09-29
dc.date.submitted 2012
dc.identifier.uri http://hdl.handle.net/10329/6174
dc.description Η Βιβλιοθήκη διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή el
dc.description.abstract Τα τελευταία χρόνια, έχει αυξηθεί παγκοσμίως η ζήτηση για τα αρωµατικά και φαρµακευτικά φυτά. Σε αυτό έχει συμβάλει η συνειδητοποίηση του ρόλου που μπορούν να παίξουν τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά στην έρευνα για καινούργια ενεργά συστατικά που θα αξιοποιηθούν από τις βιομηχανίες φαρμάκων, τροφίμων και καλλυντικών, παράλληλα με το αίτημα των καιρών για «επιστροφή στη φύση». Η εν λόγω μελέτη εξέτασε την προσαρμοστικότητα αυτοφυών βιοτύπων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών χημειότυπου καρβακρόλης σε συνθήκες εκτατικής καλλιέργειας. Τα είδη που μελετήθηκαν ήταν Origamun hirtum, Satureja thymbra, Coridothymus capitatus, και Origanum onites. Το κάθε είδος είχε δύο βιότυπους οι οποίοι προήλθαν από την νήσο Ικαρία μετά από αξιολόγηση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών τους. Το πείραμα διήρκησε δύο έτη. Η εγκατάσταση του πειράματος έγινε στον αγρό του Εργαστηρίου Γεωργίας του Γεωπονικού πανεπιστημίου Αθηνών. Μετρήθηκαν και στα τέσσερα είδη τα φυτικά χαρακτηριστικά του υπέργειου μέρους (ο αριθμός βλαστών, το ύψος, το μήκος της ταξιανθίας, το νωπό βάρος φύλλων και ανθέων). Παράλληλα μετρήθηκαν η εκατοστιαία περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο, η εκατοστιαία περιεκτικότητα σε π-κυμένιο, γ-τερπινένιο, καρβακρόλη και καρυοφυλλένιο. Σε αυτή τη μελέτη βρέθηκε πως στους βιοτύπους και των τεσσάρων ειδών παρέμεινε σταθερή η περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο και τις δύο χρονιές, ενώ τα συστατικά του αιθέριου ελαίου παρουσίασαν διακυμάνσεις. Η καρβακρόλη που ήταν και το κυρίαρχο συστατικό όλων των βιοτύπων και των τεσσάρων ειδών παρουσίασε αύξηση τη δεύτερη χρονιά ενώ αντίθετα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν για τα υπόλοιπα συστατικά (π-κυμένιο, γ-τερπινένιο, καρυοφυλλένιο), με εξαίρεση το S. thymbra στο οποίο δεν παρατηρήθηκαν μεταβολές ως προς το π-κυμένιο και το γ-τερπινένιο. Αυτό που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι πιθανότατα οι βιότυποι προσαρμόστηκαν. Όσον αφορά τα φυτικά χαρακτηριστικά του υπέργειου μέρους όλα τα είδη παρουσίασαν ικανοποιητική προσαρμογή στο περιβάλλον της Αττικής για τα δύο έτη του πειράματος. Παρατηρήθηκε ότι και τα τέσσερα είδη την δεύτερη χρονιά είχαν καλύτερα αποτελέσματα ή παρέμειναν σταθερά. Πιο αναλυτικά ο αριθμός βλαστών, το ύψος και το μήκος της ταξιανθίας στην πλειοψηφία των βιοτύπων αυξήθηκε το δεύτερο έτος ενώ το βάρος φύλλων και ανθέων παρέμεινε σταθερό. el
dc.description.abstract In the recent years, the understanding of the role that the aromatic and medicinal plants can play in the research of new active ingredients and in the development of new products for the pharmaceutical, food and cosmetics industry, combined with the demand of our times for "return to nature", has led all countries in an increase in demand for aromatic and medicinal plants. In this study, wild biotypes of aromatic and medicinal plants of carvacrol chemotype were examined for their adaptability potential under extensive cultivation. The species examined were Origamun hirtum, Satureja thymbra, Coridothymus capitatus, and Origanum onites. Two biotypes of each species originating from the island of Ikaria were compared after assessing their qualitative and quantitative characteristics. The experiment lasted two years and was performed in the field of Agriculture Laboratory at the Agricultural University of Athens. In all four plant species, the characteristics of their overground part were measured (shoot number, height, length of inflorescence, fresh weight of leaves and flowers). At the same time, the percentage content in essential oil and the percentage content in p-cymene, γ- terpinenio, carvacrol and Caryophyllene was measured. In this study, the chemical composition of the essential oil in the biotypes of all four species remained stable, but fluctuation in the essential oil compounds was observed. Carvacrol, which was the dominant compound in all four species, increased during the second year while in contrast the other components (p-Cymene, γ-Terpinene, Caryophyllene) decreased. Exception in these findings was S. thymbra components composition where p-cymene and γ-terpinene percentage was stable. These results suggest that the biotypes probably adapted in their new environment. Regarding the above ground part characteristics of the plant, all the species showed a satisfactory adaptation to the environment of Attica during the two years of the experiment. It was observed that these traits in all four species, showed better results or remained constant during the second year, since the number of shoots, height and length of inflorescence increased in most biotypes during the second year while the weight of leaves and flowers remained the same. el
dc.language.iso el el
dc.subject Αρωματικά φυτά el
dc.subject Φαρμακευτικά φυτά el
dc.subject Αιθέρια έλαια el
dc.subject Εκτατική καλλιέργεια el
dc.subject Καρβακρόλη el
dc.subject Βιοτύποι el
dc.title Μελέτη της προσαρμοστικότητας αυτοφυών βιοτύπων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών χημειότυπου καρβακόλης σε συνθήκες εκτατικής καλλιέργειας el
dc.type Μεταπτυχιακή εργασία el
heal.type masterThesis
heal.generalDescription Η Βιβλιοθήκη διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή el
heal.language el
heal.access free
heal.recordProvider ΓΠΑ Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής el
heal.publicationDate 2012
heal.abstract Τα τελευταία χρόνια, έχει αυξηθεί παγκοσμίως η ζήτηση για τα αρωµατικά και φαρµακευτικά φυτά. Σε αυτό έχει συμβάλει η συνειδητοποίηση του ρόλου που μπορούν να παίξουν τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά στην έρευνα για καινούργια ενεργά συστατικά που θα αξιοποιηθούν από τις βιομηχανίες φαρμάκων, τροφίμων και καλλυντικών, παράλληλα με το αίτημα των καιρών για «επιστροφή στη φύση». Η εν λόγω μελέτη εξέτασε την προσαρμοστικότητα αυτοφυών βιοτύπων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών χημειότυπου καρβακρόλης σε συνθήκες εκτατικής καλλιέργειας. Τα είδη που μελετήθηκαν ήταν Origamun hirtum, Satureja thymbra, Coridothymus capitatus, και Origanum onites. Το κάθε είδος είχε δύο βιότυπους οι οποίοι προήλθαν από την νήσο Ικαρία μετά από αξιολόγηση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών τους. Το πείραμα διήρκησε δύο έτη. Η εγκατάσταση του πειράματος έγινε στον αγρό του Εργαστηρίου Γεωργίας του Γεωπονικού πανεπιστημίου Αθηνών. Μετρήθηκαν και στα τέσσερα είδη τα φυτικά χαρακτηριστικά του υπέργειου μέρους (ο αριθμός βλαστών, το ύψος, το μήκος της ταξιανθίας, το νωπό βάρος φύλλων και ανθέων). Παράλληλα μετρήθηκαν η εκατοστιαία περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο, η εκατοστιαία περιεκτικότητα σε π-κυμένιο, γ-τερπινένιο, καρβακρόλη και καρυοφυλλένιο. Σε αυτή τη μελέτη βρέθηκε πως στους βιοτύπους και των τεσσάρων ειδών παρέμεινε σταθερή η περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο και τις δύο χρονιές, ενώ τα συστατικά του αιθέριου ελαίου παρουσίασαν διακυμάνσεις. Η καρβακρόλη που ήταν και το κυρίαρχο συστατικό όλων των βιοτύπων και των τεσσάρων ειδών παρουσίασε αύξηση τη δεύτερη χρονιά ενώ αντίθετα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν για τα υπόλοιπα συστατικά (π-κυμένιο, γ-τερπινένιο, καρυοφυλλένιο), με εξαίρεση το S. thymbra στο οποίο δεν παρατηρήθηκαν μεταβολές ως προς το π-κυμένιο και το γ-τερπινένιο. Αυτό που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι πιθανότατα οι βιότυποι προσαρμόστηκαν. Όσον αφορά τα φυτικά χαρακτηριστικά του υπέργειου μέρους όλα τα είδη παρουσίασαν ικανοποιητική προσαρμογή στο περιβάλλον της Αττικής για τα δύο έτη του πειράματος. Παρατηρήθηκε ότι και τα τέσσερα είδη την δεύτερη χρονιά είχαν καλύτερα αποτελέσματα ή παρέμειναν σταθερά. Πιο αναλυτικά ο αριθμός βλαστών, το ύψος και το μήκος της ταξιανθίας στην πλειοψηφία των βιοτύπων αυξήθηκε το δεύτερο έτος ενώ το βάρος φύλλων και ανθέων παρέμεινε σταθερό. el
heal.abstract In the recent years, the understanding of the role that the aromatic and medicinal plants can play in the research of new active ingredients and in the development of new products for the pharmaceutical, food and cosmetics industry, combined with the demand of our times for "return to nature", has led all countries in an increase in demand for aromatic and medicinal plants. In this study, wild biotypes of aromatic and medicinal plants of carvacrol chemotype were examined for their adaptability potential under extensive cultivation. The species examined were Origamun hirtum, Satureja thymbra, Coridothymus capitatus, and Origanum onites. Two biotypes of each species originating from the island of Ikaria were compared after assessing their qualitative and quantitative characteristics. The experiment lasted two years and was performed in the field of Agriculture Laboratory at the Agricultural University of Athens. In all four plant species, the characteristics of their overground part were measured (shoot number, height, length of inflorescence, fresh weight of leaves and flowers). At the same time, the percentage content in essential oil and the percentage content in p-cymene, γ- terpinenio, carvacrol and Caryophyllene was measured. In this study, the chemical composition of the essential oil in the biotypes of all four species remained stable, but fluctuation in the essential oil compounds was observed. Carvacrol, which was the dominant compound in all four species, increased during the second year while in contrast the other components (p-Cymene, γ-Terpinene, Caryophyllene) decreased. Exception in these findings was S. thymbra components composition where p-cymene and γ-terpinene percentage was stable. These results suggest that the biotypes probably adapted in their new environment. Regarding the above ground part characteristics of the plant, all the species showed a satisfactory adaptation to the environment of Attica during the two years of the experiment. It was observed that these traits in all four species, showed better results or remained constant during the second year, since the number of shoots, height and length of inflorescence increased in most biotypes during the second year while the weight of leaves and flowers remained the same. en
heal.advisorName Οικονόμου, Γαρυφαλλιά el
heal.academicPublisher ΓΠΑ Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής el
heal.academicPublisherID aua
heal.fullTextAvailability true
dc.contributor.department ΓΠΑ Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής el
dc.description.degree Επιστήμη και σύγχρονα συστήματα φυτικής παραγωγής, φυτοπροστασίας και αρχιτεκτονικής τοπίου el


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στην ακόλουθη συλλογή(ές)

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναζήτηση DSpace


Σύνθετη Αναζήτηση

Αναζήτηση

Ο Λογαριασμός μου

Στατιστικές